Ευχαριστούμε για την πρόσκληση
Θέλουμε από τη αρχή να επισημάνουμε ότι στις διαπιστώσεις για την κατάσταση στους χώρους δουλειάς όσον αφορά στον επαγγελματικό κίνδυνο μπορεί να συμφωνούμε οι περισσότεροι. Το ζήτημα είναι που εστιάζει ο καθένας για τις αιτίες αυτής της κατάστασης και για την κατεύθυνση στην οποία πρέπει να δράσουμε για την αντιμετώπισή της. Εκεί κρίνεται κατά τη γνώμη μας ο κάθε φορέας, είτε είναι συνδικαλιστική οργάνωση, επιστημονικός φορέας, η εκάστοτε κυβέρνηση κ.λπ.
Ήδη από τα προηγούμενα χρόνια, πριν την κρίση, για να διασφαλιστεί φθηνότερη εργατική δύναμη, για να θωρακιστεί η ανταγωνιστικότητα των μονοπωλιακών ομίλων, δεν τηρούνταν τα αναγκαία μέτρα για την υγεία και ασφάλεια των εργαζομένων. Δεν εφαρμόζονταν ούτε καν το νομοθετικό πλαίσιο που ισχύει. Η όποια εφαρμογή του περιορίζονταν στην πλειοψηφία των περιπτώσεων στην παροχή εξοπλισμού ατομικής προστασίας (π.χ. κράνος) ή στην τυπική ύπαρξη εκτίμησης επαγγελματικού κινδύνου, απασχόλησης Τεχνικού Ασφάλειας και Γιατρού Εργασίας κ.λπ., πού ούτε αυτές οι προβλέψεις εφαρμόζονταν σε μεγάλο βαθμό. Η κατάσταση στην περίοδο της οικονομικής κρίσης έχει επιδεινωθεί πάρα πολύ.
Ο βασικός παράγοντας που καθορίζει κάθε επιλογή του εργοδότη σε σχέση με τις συνθήκες εργασίας, είναι η επίδραση που θα έχει η επιλογή αυτή στο ποσοστό κέρδους της επιχείρησης. Η συγκεκριμένη προσέγγιση του ζητήματος αποτυπώνεται και στην κυρίαρχη αντίληψη σήμερα για την υγεία, που εστιάζει το πρόβλημα στη διασφάλιση της ικανότητας της εργατικής δύναμης στην παραγωγή υπεραξίας, δηλαδή της κερδοφορίας των καπιταλιστών. Με βάση αυτή την άποψη, η υγεία του ανθρώπου περιορίζεται στην απουσία ασθένειας ή αναπηρίας. Αντίθετα, για το ταξικό εργατικό κίνημα, η υγεία είναι η κατάσταση πλήρους σωματικής, πνευματικής και ψυχικής ευεξίας και όχι μόνο η απουσία ασθένειας ή αναπηρίας.
Ο στόχος του κεφαλαίου να αυξήσει το ποσοστό κέρδους οδηγεί σε ελλιπή μέτρα προστασίας της υγείας και ασφάλειας των εργαζομένων (π.χ. απουσία κατάλληλων σκαλωσιών για εργασία σε ύψος, ελλιπής έλεγχος για ύπαρξη εύφλεκτων αερίων κατά τη διάρκεια θερμών εργασιών, πίεση λόγω φόρτου εργασίας για «ακύρωση» των ασφαλιστικών διατάξεων των μηχανών κ.ά.). Οδηγεί σε ελλιπή προληπτική συντήρηση, μειώσεις προσωπικού και εντατικοποίηση εργασίας που αυξάνουν την επικινδυνότητα, σε απουσία μέτρων προστασίας από την έκθεση σε βλαπτικούς παράγοντες (π.χ. επικίνδυνες χημικές ουσίες, ακτινοβολίες, θόρυβο), υποτυπώδη εκπαίδευση εργαζομένων κ.λπ.
Παρόλο που είναι γνωστό ότι τα εργατικά ατυχήματα δεν καταγράφονται ολοκληρωμένα στη χώρα μας, ακόμη και τα υπάρχοντα στατιστικά στοιχεία δείχνουν την τραγική πραγματικότητα. Σύμφωνα με στοιχεία του ΣΕΠΕ, στη χώρα μας τα τελευταία χρόνια κάθε 3 μέρες ένας εργαζόμενος πεθαίνει από εργατικό ατύχημα.
Όσον αφορά στις επαγγελματικές ασθένειες το πρόβλημα είναι τεράστιο. Χιλιάδες είναι οι εργαζόμενοι που η έκθεση σε βλαπτικούς παράγοντες στην εργασία τους τελικά μακροπρόθεσμα τους προκαλεί σοβαρά προβλήματα υγείας ή και οδηγεί στο θάνατό τους (π.χ. διάφορα είδη καρκίνου, μυοσκελετικές παθήσεις, προβλήματα στο δέρμα, παθήσεις πνευμόνων κ.λπ.). Οι επαγγελματικές ασθένειες δεν καταγράφονται στην ουσία ως τέτοιες στη χώρα μας. Υπολογίζεται ότι κάθε χρόνο στη χώρα μας έχουμε περίπου 400-450 θανάτους από επαγγελματικές ασθένειες που χαρακτηρίζονται «κοινή νόσος». Αυτό σημαίνει ότι από τη μια οι εργαζόμενοι δεν αποζημιώνονται με ευθύνη του εργοδότη και του κράτους για θεραπεία, αποκατάσταση, σύνταξη κ.λπ. και καλούνται να πληρώνουν από την τσέπη τους, και από την άλλη, δεν υπάρχουν διαδικασίες εκτίμησης, πρόληψης και αντιμετώπισης του επαγγελματικού κινδύνου.
Η ατεκμηρίωτη κατάργηση του θεσμού των ΒΑΕ σε κάποιους κλάδους έχει επιδεινώσει ακόμη περισσότερο τους κινδύνους για την υγεία των εργαζομένων σε αυτούς.
Από την άλλη, οι αναδιαρθρώσεις στο εργασιακό περιβάλλον που εφαρμόζονται σε όλα τα κράτη – μέλη της Ε.Ε. και πριν την περίοδο της κρίσης (π.χ. αύξηση ορίων ηλικίας συνταξιοδότησης, ελαστικές σχέσεις εργασίας κ.λπ.), οδηγούν σε μεγαλύτερο αριθμό εργατικών ατυχημάτων και αυξάνουν τον κίνδυνο πρόκλησης προβλημάτων υγείας στους εργαζόμενους, όπως καρδιαγγειακά προβλήματα, διάφορους τύπους καρκίνου, προβλήματα στο αναπαραγωγικό σύστημα κ.ά.
Στην ίδια κατεύθυνση βρίσκεται και η εμπορευματοποίηση της υγείας και ασφάλειας, η απουσία δημόσιων υποδομών υποστήριξης των διαδικασιών για την αντιμετώπιση του επαγγελματικού κινδύνου και η παράδοσή τους στις ιδιωτικές ΕΞΥΠΠ, καθώς και η υποβάθμιση σχετικών ερευνητικών και υποστηρικτικών φορέων όπως το Ελληνικό Ινστιτούτο Υγιεινής και Ασφάλειας της Εργασίας.
Το ίδιο το νομοθετικό πλαίσιο βοηθά στη μη αποτελεσματική πρόληψη των κινδύνων στην εργασία. Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα της εφαρμογής των θεσμών του Τεχνικού Ασφάλειας και του Γιατρού Εργασίας που είναι σύμβουλοι του εργοδότη, με εξαρτημένη σχέση εργασίας, ο χρόνος που προβλέπεται σε σχέση με το να ασκήσουν ουσιαστικό έργο είναι ελάχιστος, σε πολλές επιχειρήσεις ο ίδιος ο εργοδότης μπορεί να είναι Τεχνικός Ασφάλειας κ.λπ.
Ενδεικτικό της απαράδεκτης κατάστασης είναι ότι στη χώρα μας οι περισσότερες επιχειρήσεις δεν έχουν Γιατρούς Εργασίας. Συχνά αντί για ειδικούς γιατρούς εργασίας συναντάμε ανειδίκευτους ή γιατρούς άλλης ειδικότητας, ακόμη και γυναικολόγους. Οι Ειδικευμένοι Γιατροί Εργασίας που υπάρχουν σήμερα δεν επαρκούν για την κάλυψη του τεράστιου αριθμού των χώρων δουλειάς, ακόμη και με τα δεδομένα του υπάρχοντος νομοθετικού πλαισίου που δεν αντιστοιχούν στις πραγματικές ανάγκες. Οι θέσεις για Ειδικότητα Ιατρικής της Εργασίας είναι ελάχιστες, ενώ οι λεγόμενες ‘‘μεταβατικές ρυθμίσεις‘‘ για την αντιμετώπιση του προβλήματος, πρακτικά έχουν αποκτήσει μόνιμο χαρακτήρα.
Δεν μπορούμε να ανεχτούμε την άσκηση της ειδικότητας της ιατρικής της εργασίας από μη ειδικούς γιατρούς εργασίας, απαιτώντας παράλληλα τη διασφάλιση υψηλού επιπέδου εκπαίδευση, ώστε να συμβάλουν από τη μεριά τους με την επιστημονική τους γνώση στην προστασία και πρόληψη του επαγγελματικού κινδύνου. Αυτούς τους επιστήμονες καλούμε να βάλουν την επιστήμη τους στο πλευρό των αναγκών της τάξης μας, να αποκρούσουν μαζί με τους εργαζόμενους τις επιταγές της εργοδοσίας για υποταγή της προστασίας της υγείας των εργατών στην κερδοφορία και την ανταγωνιστικότητα των επιχειρήσεων.
Η επιχειρηματική δραστηριότητα που αναπτύσσεται στις υπηρεσίες Υγείας και Ασφάλειας της εργασίας και το καθεστώς των ετήσιων συμβάσεων εργασίας των γιατρών εργασίας μέσω μειοδοτικών διαγωνισμών, το οποίο αξιοποιείται και ως μοχλός εκβιασμού τους, είναι απότοκα και μέρος της αντιλαϊκής πολιτικής που συσχετίζει την παροχή των υπηρεσιών Υγείας – Ασφάλειας της εργασίας με το κριτήριο του “κόστους” – “οφέλους” για τους επιχειρηματίες και το κράτος.
Αποτέλεσμα, επίσης, μιας μακρόχρονης πολιτικής που καθημερινά οδηγεί στην όλο και μεγαλύτερη υποβάθμιση των ελεγκτικών μηχανισμών, στην παραπέρα ελαστικοποίηση στην εφαρμογή της νομοθεσίας προς όφελος της κερδοφορίας του κεφαλαίου, ήταν και η απαράδεκτη απόφαση για κατάργηση των Τμημάτων της Επιθεώρησης Ασφάλειας & Υγείας της Εργασίας, σε 7 περιοχές της χώρας. Οι ελάχιστοι επιθεωρητές που υπηρετούν σήμερα στη χώρα μας πρέπει να φέρουν εις πέρας το ελεγκτικό τους έργο με τεράστιες ελλείψεις σε υλικοτεχνική υποδομή. Στη σκόπιμη υπονόμευση των ελεγκτικών μηχανισμών πρέπει να προστεθεί και ο προσανατολισμός των ελέγχων που προωθεί την ταξική συνεργασία, ενώ υπάρχει προσπάθεια να μετατοπιστεί η εργοδοτική ευθύνη στις πλάτες των εργαζομένων ή των τεχνικών ασφάλειας.
Η κατάσταση στους εργασιακούς χώρους δείχνει ότι το ζήτημα της πρόληψης της υγείας των εργαζομένων αποτελεί πεδίο αντιπαράθεσης, πάλης και διεκδίκησης του εργατικού συνδικαλιστικού κινήματος, ενταγμένης στην πάλη για αναχαίτιση της αντιλαϊκής επίθεσης, την ανάκτηση των απωλειών της κρίσης και την πάλη για το σύνολο των αναγκών μας. Οι εργαζόμενοι μπορούν να επιβάλλουν την καθημερινή και μακρόχρονη προστασία της υγείας και της ασφάλειας τους, κόντρα στο φόβο της απόλυσης και της ανεργίας.
Γι’ αυτό, το ταξικό εργατικό κίνημα, το ΠΑΜΕ, θα συνεχίσει να απαιτεί μαχητικά, αγωνιστικά:
- Ουσιαστικό έλεγχο από τους ελεγκτικούς μηχανισμούς με προσανατολισμό στην εργοδοτική ευθύνη για τη συνδυασμένη εφαρμογή του συνόλου της νομοθεσίας και των κανονισμών για την υγεία και ασφάλεια των εργαζομένων, τη δημόσια υγεία και ασφάλεια και την προστασία του περιβάλλοντος.
- Ίδρυση κρατικού σώματος Τεχνικών Ασφαλείας και Γιατρών Εργασίας, ενταγμένου αποκλειστικά στο δημόσιο σύστημα Υγείας, κατάργηση των ΕΞΥΠΠ.
- Υπεράσπιση και διεύρυνση του θεσμού των ΒΑΕ, άμεση επανένταξη στο θεσμό των κλάδων που εξαιρέθηκαν με την Υπουργική Απόφαση του 2011.
- Κατοχύρωση της εργοδοτικής εισφοράς για την ασφαλιστική κάλυψη του εργαζόμενου από τον επαγγελματικό κίνδυνο.
- Ουσιαστική ενίσχυση του ανθρώπινου δυναμικού και της υλικοτεχνικής υποδομής του ΣΕΠΕ. Συνδυασμένη, με σαφή διακριτά καθήκοντα, δράση των Επιθεωρήσεων Ασφαλείας και Υγείας με τις Επιθεωρήσεις Εργασιακών Σχέσεων για την αντιμετώπιση όλων των παραγόντων που επηρεάζουν την υγεία και ασφάλεια (π.χ. εξοντωτικά ωράρια, μαύρη εργασία, εργασία ανηλίκων κ.λπ.).
Απέναντι στις σειρήνες της υποταγής στον καπιταλιστικό δρόμο ανάπτυξης, απέναντι σε αυτούς που μας καλούν να συνεχίσουμε να ζούμε με «ψίχουλα», να θυσιάζουμε την υγεία μας στο βωμό των αντιλαϊκών συμφωνιών της άρχουσας τάξης και της Ε.Ε., πρέπει να αντιτάξουμε ένα ισχυρό εργατικό κίνημα που θα σημαδεύει τον πραγματικό αντίπαλο, θα παλεύει για την ανάκτηση των απωλειών της κρίσης και θα οργανώνει την αντεπίθεση για την προοπτική της ικανοποίησης των αναγκών μας.