Για μία ακόμα χρονιά το Διοικητικό Συμβούλιο της ΔΥΠΑ (πρώην ΟΑΕΔ) επικύρωσε ως διακοσμητικό όργανο τον προϋπολογισμό του Οργανισμού που συνέταξε, διαμόρφωσε, έστειλε και εν τέλει «ψήφισε» μόνη της η κυβέρνηση και το υπουργείο Εργασίας.
Οι αριθμοί που αναλύονται στον προϋπολογισμό αντιστοιχούν στην πολιτική της κυβέρνησης γύρω από την προστασία της εργατικής-λαϊκής οικογένειας και των ανέργων. Το πρόσφατο νομοσχέδιο για τον ΟΑΕΔ και η μετατροπή του σε έναν μηχανισμό υλοποίησης προγραμμάτων ανακύκλωσης της ανεργίας, με μια μεγάλη δεξαμενή εκατομμυρίων ευρώ που προέρχεται κύρια από τις εισφορές των εργαζομένων και από το ταμείο ανάκαμψης δεν στηρίζουν τους ανέργους. Αντιθέτως οι παροχές που τους αντιστοιχούν χαρακτηρίζονται ως «αντικίνητρα» στην ανάπτυξη που η κυβέρνηση προσδοκά. Γι’ αυτό και χρηματοδοτούνται μέσω των διάφορων προγραμμάτων οι επιχειρηματικοί όμιλοι για να έχουν πάμφθηνο ως και εντελώς δωρεάν εργατικό δυναμικό.
Τα 900 εκατομμύρια που προϋπολογίζονται φέτος για τα επιδόματα ανεργία, 74 εκατομμύρια λιγότερα από το περσινό αντίστοιχο κονδύλι, αποτυπώνουν τη γενικότερη κοινωνική πολιτικής της κυβέρνησης. Αν και ο αριθμός των ανέργων δεν μειώνεται παρά τα διάφορα εργαλεία που έρχονται στο προσκήνιο για να μετριάσουν τα ποσοστά ανεργίας, μειώνονται τα κονδύλια της ανεργίας και των κοινωνικών παροχών.
Η κυβέρνηση επιδιώκει να πετάξει από πάνω της οτιδήποτε μπορεί να θεμελιώνεται ως σταθερό δικαίωμα και σταθερή κοινωνική παροχή. Για αυτό σε συνθήκες πίεσης του λαϊκού εισοδήματος και των μισθών, επιχειρεί με διάφορα «έκτακτα» επιδόματα που απευθύνονται σε λίγους, να συνηθίσει τους εργαζόμενους στη λογική των pass, των voucher και των διάφορων καλαθιών της φτώχειας και των ψίχουλων.
Την ίδια στιγμή και παρά τους πανηγυρισμούς της κυβέρνησης για την μεγάλη απορρόφηση των προγραμμάτων κοινωνικού τουρισμού, οι παροχές σε χρήμα και σε αριθμό «ωφελούμενων» παραμένουν πολύ πίσω από τις ανάγκες αλλά και από τα αντίστοιχα νούμερα που καταγράφονταν πριν την κατάργηση των Οργανισμών του ΟΕΚ και του ΟΕΕ. Τα εισοδηματικά κριτήρια στα προγράμματα (τουρισμός, βιβλία, θέατρο, κατασκηνώσεις) αλλά και στους βρεφονηπιακούς σταθμούς πετούν χιλιάδες δικαιούχους εκτός λιστών. Το κατασκευαστικό πρόγραμμα παρά τις οξυμένες στεγαστικές ανάγκες του λαού παραδίδεται στις τράπεζες και σε μεγάλες κατασκευαστικές ως ένα ακόμα κίνητρο για την κερδοφορία τους.
Την ίδια στιγμή οι άνεργοι μέσω του ποινολογίου αντιμετωπίζονται ως εν δυνάμει ψεύτες, αναγκασμένοι να αποδεικνύουν με πλήθος δικαιολογητικών και ανά πάσα στιγμή τη φτώχεια και την ανεργία τους, αποδεχόμενοι όποια εργασία προκύπτει ή όποιο πρόγραμμα κατάρτισης τους «προταθεί» προκειμένου να μην πεταχτούν εκτός των μητρώων της ανεργίας.
Τα περίφημα προγράμματα απασχόλησης δημιουργούν θέσεις εργασίας για λίγους μήνες. Οι ρήτρες διατήρησης θέσης για τις επιχειρήσεις τείνουν στο μηδέν και τα στοιχεία του αριθμού των προσλήψεων που οι συμβάσεις τους μετατράπηκαν σε πλήρη και σταθερή εργασία, αγνοούνται διότι πολύ απλά η υλοποίηση ενός προγράμματος απασχόλησης ισοδυναμεί με αντίστοιχη απόλυση μετά από λίγους μήνες.
Οι εργασιακοί σύμβουλοι που υποτίθεται πως με προσωποποιημένη και εξατομικευμένη προσέγγιση θα βρίσκονται δίπλα στους ανέργους για να τους βοηθούν να βρουν δουλειά ή να τους στείλουν σε βραχύβια προγράμματα υποτιθέμενης κατάρτισης, είναι εξίσου άνεργοι! Δηλαδή εργαζόμενοι που έχουν προσληφθεί για 8μηνα εργασίας και στη συνέχεια θα επιστρέψουν και οι ίδιοι στα ηλεκτρονικά μητρώα των ανέργων.
Οι εργαζόμενοι στην καθαριότητα και στη φύλαξη της ΔΥΠΑ παραμένουν σε καθεστώς εργολάβων με τις γνωστές απαράδεκτες εργασιακές σχέσεις.
Με βάση τα παραπάνω είναι σαφές πως ένας προϋπολογισμός δεν είναι μια παράθεση αριθμών αλλά το αποτέλεσμα μιας πολιτικής πρότασης και κατεύθυνσης. Με αυτήν την πρόταση δε διαφωνούμε απλά αλλά εναντιωνόμαστε με κάθε τρόπο, επιδιώκουμε μέσω της οργανωμένης λαϊκής πάλης να ακυρωθούν στην πράξη αντεργατικές διατάξεις, να πεταχτούν νόμοι στα σκουπίδια. Με βάση αυτό το σκεπτικό καταψηφίζω τον προϋπολογισμό της ΔΥΠΑ για το 2023 που συνέταξε το υπουργείο Εργασίας.