Στις 28 του Γενάρη πραγματοποιήθηκε στη Μαδρίτη η διάσκεψη του κυβερνητικού και εργοδοτικού συνδικαλισμού με αφορμή τα 40 χρόνια λειτουργίας της Συνομοσπονδία Ευρωπαϊκών Συνδικάτων. Μιας οργάνωση που μόνο στο όνομα θεωρείται συνδικαλιστική, όμως από την μέρα της ίδρυσης της μέχρι σήμερα υπηρετεί τα συμφέροντα της Κομισιόν και των μονοπωλίων.
Στην διάσκεψη συμμετείχαν και οι συνεταίροι του κυβερνητικού και εργοδοτικού συνδικαλισμού, οι αξιωματούχοι της Ευρωπαϊκής Ένωσης όπως, ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου Μάρτιν Σουλτς και ο Όλι Ρεν ο αρμόδιος επίτροπος οικονομικών και νομισματικών υποθέσεων της ΕΕ.
Όλοι μαζί (εργατοπατέρες και αξιωματούχοι της ΕΕ) έχυσαν κροκοδείλια δάκρυα για τους 26 εκατομμύρια ανέργους, την δραματική αύξηση της φτώχειας και τον εφιάλτη των ευέλικτων μορφών εκμετάλλευσης . Όλοι μαζί οι συνέταιροι αναζητούν μια «ρεαλιστική λύση για μια πανευρωπαϊκή αναπτυξιακή πολιτική» για την αντιμετώπιση της κρίσης, που όχι μόνο δεν θα θίγει τα κέρδη του κεφαλαίου, αλλά και θα δημιουργεί περισσότερα κέρδη. Επιδιώκουν για άλλη μια φορά να περάσουν χωρίς αντιστάσεις τις κυβερνητικές πολιτικές, .
Σήμερα οι εργαζόμενοι στην Ελλάδα έχουν πείρα από τους κοινωνικούς διαλόγους που συμμετείχε η ηγεσίας της ΓΣΣΕ
Πόσο πιο δύσκολο θα ήταν στις κυβερνήσεις και στα ευρωπαϊκά μονοπώλια να επιβάλλουν αυτά τα μέτρα χωρίς την πολύτιμη συμβολή του εργοδοτικού και κυβερνητικού συνδικαλισμού;
Ποια θα ήταν η κατάσταση για το κίνημα μας, αν δεν είχε να αντιμετωπίσει τις συνέπειες της προδοτικής στάσης των δυνάμεων της «ταξικής συνεργασίας»;
Αν οι ηγεσίες του συνδικαλιστικού κινήματος είχαν απορρίψει τη λογική του Ευρωμονόδρομου και της ανταγωνιστικότητας; Αν είχαν αντιταχθεί στο Μαάστριχτ, τη Λισσαβόνα, την Ευρώπη 2020 το χτύπημα του σταθερού χρόνου εργασίας, του δικαιώματος στη σταθερή δουλειά; Αν προετοίμαζαν τους εργαζόμενους για τα ιστορικά όρια του καπιταλιστικού συστήματος, τις κρίσεις του και διαπαιδαγωγούσαν πάνω στο ασυμβίβαστο της ευημερίας των εργαζομένων και της καπιταλιστικής ανάπτυξης; Αν αντί να καλλιεργούν τη λογική της ταξικής συνεργασίας, ανέπτυσσαν τη ταξική πάλη και τη συνείδηση των εργατών; Αν αντί να αποπροσανατολίζουν με «κοινωνικούς διαλόγους» απέρριπταν τα τρομοκρατικά διλήμματα των εργοδοτών εξαρχής θέτοντας το πραγματικό ερώτημα. Ποιος παράγει τον πλούτο, οι εργάτες ή οι καπιταλιστές; Και συνεπώς ότι ανάπτυξη μπορεί να υπάρξει είτε για τους εργάτες είτε για τα μονοπώλια.
Οποιαδήποτε θέση, η τακτική που «αγνόησε» ή υποτίμησε αυτό το συμπέρασμα, έχει τεράστιες ευθύνες για τα χτυπήματα που δέχονται οι εργαζόμενοι.
Σήμερα περισσότερα συνδικάτα πρέπει να συμπαραταχθούν με τη γραμμή πάλης και συσπείρωσης του ΠΑΜΕ. Και η πείρα του ταξικού κινήματος της χώρας μας να συμβάλει στην ανασύνταξη του ταξικού πόλου σε κάθε χώρα της Ευρώπης. Αυτό άλλωστε είναι και το διεθνιστικό μας καθήκον.