Η «απαίτηση» της Ευρωπαϊκής Ένωσης προς την Κυβέρνηση για εξίσωση ορίων συνταξιοδότησης ανδρών και γυναικών με το αιτιολογικό ότι η ευνοϊκότερη μεταχείριση των γυναικών αντιβαίνει στο κοινοτικό δίκαιο εκτός του ότι θα επιβαρύνει κι άλλο τη ζωή της εργαζόμενης γυναίκας και θα αυξήσει την εκμετάλλευση και τη διπλή της καταπίεση, αποκαλύπτει και το προσανατολισμό του περιβόητου «κοινοτικού δικαίου» και το αντιδραστικό χαρακτήρα της ίδιας της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Δεν είναι η πρώτη φορά που στο όνομα της ισότητας η Ευρωπαϊκή Ένωση διατάζει και οι κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ και της Ν.Δ. καταργούν κατακτήσεις των εργαζόμενων γυναικών. Έτσι καταργήθηκε η απαγόρευση της νυχτερινής εργασίας στις μητέρες, το δικαίωμα της πρόωρης συνταξιοδότησης στις τράπεζες κ.α.
Με την ελαστικοποίηση των σχέσεων εργασίας τις ατομικές συμβάσεις και τη διευθέτηση χρόνου εργασίας αφαιρείται στην ουσία και το δικαίωμα σε κάθε νέα γυναίκα να δημιουργήσει οικογένεια, να γεννήσει και να μεγαλώσει παιδιά. Διευρύνεται η ανισοτιμία της.
Η αύξηση των ορίων συνταξιοδότησης είναι φανερό ότι θα δυσκολέψει ακόμη περισσότερο τη ζωή της εργαζόμενης μητέρας, θα επιβαρύνει τη λαϊκή οικογένεια και μεγάλο ποσοστό γυναικών δε θα θεμελιώσει ποτέ δικαίωμα συνταξιοδότησης. Το μέτρο αυτό είναι συνέχεια των αντεργατικών μέτρων που προωθεί η κυβέρνηση και σηματοδοτεί αρνητικές εξελίξεις για όλη την Εργατική Τάξη.
Οι εργαζόμενες στο Δημόσιο, στις ΔΕΚΟ και στον Ιδιωτικό Τομέα πρέπει να απαντήσουν δυναμικά μαζί με όλους τους εργαζόμενους, να συσπειρωθούν στα σωματεία τους, να συστρατευθούν με τις δυνάμεις του ΠΑΜΕ.
Οι εργαζόμενες γυναίκες επιβάλλεται να ενισχύσουν το μέτωπο αντίστασης κατά της κυβέρνησης και των πολιτικών δυνάμεων που συναινούν σ’ αυτά τα μέτρα, κόντρα στο συμβιβασμένο συνδικαλιστικό κίνημα και οπωσδήποτε το μέτωπο κόντρα στην πολιτική της Ευρωπαϊκής Ένωσης που εξυπηρετεί τα συμφέροντα του κεφαλαίου.
Η Εκτελεστική Γραμματεία