Η κυβέρνηση προχωράει σε νέο αντεργατικό νομοσχέδιο-όλεθρο, με το οποίο καταργεί την πενθήμερη εργασία, κανονικοποιεί την εξάντληση των εργαζομένων με νομιμοποίηση της εργασίας σε τουλάχιστον δύο εργοδότες και για 13 ώρες την ημέρα. Επιπλέον, ποινικοποιεί το δικαίωμα στην απεργία και θεσμοθετεί εργαζόμενους-«λάστιχο» των συμβάσεων κατά παραγγελία, χωρίς ωράριο και εγγυημένο εισόδημα. Όλα αυτά με τις ευλογίες της Ε.Ε., κατά δήλωση της ίδιας της κυβέρνησης για την εφαρμογή του ενωσιακού δικαίου (άρθρο 2 του σχεδίου νόμου) και πάνω απ’ όλα, για λογαριασμό των εργοδοτών.
Σημαντική αντεργατική διάταξη του νομοσχεδίου αποτελεί το άρθρο 4 που εισάγει την δοκιμαστική περίοδο, τόσο για τις συμβάσεις αορίστου όσο και για τις συμβάσεις ορισμένου χρόνου. Το εν λόγω άρθρο συνιστά περαιτέρω διευκόλυνση των απολύσεων και διεύρυνση της επισφάλειας, τόσο για τους εργαζόμενους υπό συμβάσεις αορίστου όσο και ορισμένου χρόνου, με ιδιαίτερα αρνητικό αντίκτυπο για κατηγορίες εργαζομένων με ευαλωτότητα, όπως οι εγκυμονούσες εργαζόμενες.
Η επισφάλεια των εργαζομένων κατά τη δοκιμαστική περίοδο σε συμβάσεις αορίστου χρόνου, ήταν δεδομένη ήδη από τη μνημονιακή διάταξη του ν. 3899/2010 (αρ. 17, παράγραφος 5Α). Έκτοτε, καμία Κυβέρνηση δε φρόντισε να καταργήσει την εν λόγω διάταξη που επέβαλε την επέκταση της δοκιμαστικής περιόδου στον ένα χρόνο και την μη αποζημίωση των εργαζομένων που απολύονταν στο διάστημα αυτό. Στο νομοσχέδιο ορίζεται ο χρόνος της δοκιμαστικής περιόδου έως 6 μήνες για τους εργαζόμενους με συμβάσεις αορίστου χρόνου (άρθρο 4, παρ. 1), κάτι που όμως αποτελεί επικοινωνιακό πυροτέχνημα της κυβέρνησης περί δήθεν «προστασίας των εργαζόμενων». Και αυτό γιατί η δοκιμαστική περίοδος των 6 μηνών είναι αποσυνδεδεμένη από την καταβολή αποζημίωσης! Με άλλα λόγια για να υποχρεούται ο εργοδότης να καταβάλει αποζημίωση απόλυσης θα πρέπει και πάλι η διάρκεια της σύμβασης αορίστου χρόνου να υπερβαίνει τους 12 μήνες (αρ. 17, παράγραφος 5Α, νόμος 3899/2010). Οι εργαζόμενοι προστατεύονται με ουσιαστικό τρόπο όταν οι απολύσεις αποθαρρύνονται και οι απολύσεις αποθαρρύνονται όταν «κοστίζουν» στους εργοδότες. Συνεπώς καμία πρόσθετη προστασία έναντι της απόλυσης για τους εργαζόμενους με συμβάσεις αορίστου χρόνου δεν προκύπτει.
Σε συνέχεια των υπόλοιπων κατάπτυστων αντεργατικών διατάξεων που εισάγει το παρόν νομοσχέδιο, με τη διάταξη της δοκιμαστικής περιόδου εισάγεται για πρώτη φορά η δοκιμαστική περίοδος και στις συμβάσεις ορισμένου χρόνου (άρθρο 4, παρ. 4) και απελευθερώνονται οι απολύσεις των συμβασιούχων, οι οποίες μπορούν να γίνουν είτε κατά τη διάρκεια της δοκιμαστικής περιόδου είτε κατά τη χρονική στιγμή της ολοκλήρωσης της δοκιμαστικής περιόδου, και σε κάθε περίπτωση πριν τη λήξη των συμβάσεών τους. Μέχρι σήμερα, απόλυση πριν τη λήξη της σύμβασης ήταν έγκυρη μόνο με αιτιολογία εργοδότη και για σπουδαίο λόγο (άρθρο 672 του Αστικού Κώδικα). Τώρα φεύγει έστω και αυτό το μικρό εμπόδιο για τους εργοδότες, δηλαδή, αυτό της καταβολής αποζημίωσης με τη μορφή μισθών υπερημερίας (άρθρο 673 του Αστικού Κώδικα) σε περίπτωση καταγγελίας της σύμβασης ορισμένου χρόνου από την πλευρά του εργοδότη χωρίς την ύπαρξη σπουδαίου λόγου. Με αυτήν την «απενεργοποίηση» των άρθρων 672 και 673 του Αστικού Κώδικα, μια ήδη επισφαλής/ελαστική μορφή σύμβασης εργασίας λόγω του προκαθορισμένου χρόνου διάρκειάς της, καθίσταται καθολικά επισφαλής/ελαστική, καθώς η σύμβαση μπορεί να «λυθεί» μονομερώς από τον εργοδότη ανά πάσα στιγμή στη δοκιμαστική περίοδο και πριν από το τυπικά καθορισμένο χρονικό σημείο λήξης.
Με τη ρύθμιση, όμως, του νέου νομοσχεδίου-εκτρώματος για τη δοκιμαστική περίοδο, τόσο για τις συμβάσεις αορίστου όσο και για τις συμβάσεις ορισμένου χρόνου, ανοίγει πλέον ο ασκός του Αιόλου για σωρεία απολύσεων που μέχρι σήμερα θα ήταν άκυρες ως καταχρηστικές. Και αυτό γιατί αίρονται κατ ́ουσίαν οι ήδη υπάρχουσες προστατευτικές διατάξεις της εργατικής νομοθεσίας έναντι της απόλυσης όταν ολοκληρωθεί η δοκιμαστική περίοδος για τους εργαζόμενους με συμβάσεις αορίστου χρόνου, ή και κατά τη διάρκειά της δοκιμαστικής περιόδου για τους εργαζόμενους με συμβάσεις ορισμένου χρόνου.
Ειδικότερα, η Κυβέρνηση, στην ίδια διάταξη του νομοσχεδίου σπεύδει να διευκρινίσει ότι «κόπτεται» για την εφαρμογή των προστατευτικών διατάξεων για τους εργαζόμενους αορίστου χρόνου κατά τη διάρκεια της δοκιμαστικής περιόδου (άρθρο 4 παρ. 6), και ταυτόχρονα καταργεί πλήρως οποιαδήποτε προστασία των εργαζομένων, αφήνοντάς τους ουσιαστικά στον αέρα με τη θεσμοθέτηση της αυτοδίκαιης λύσης της σύμβασης εργασίας υπό δοκιμή (άρθρο 4, παρ. 3), σε οποιαδήποτε χρονική στιγμή της διάρκειας των 6 μηνών. Μοναδικό, δε, κριτήριο αυτής της αυτοδίκαιης λύσης, αποτελεί η αυθαίρετη κρίση του εργοδότη περί ανεπιτυχούς δοκιμαστικής περιόδου του εργαζομένου! Στην περίπτωση δε των εργαζόμενων με συμβάσεις ορισμένου χρόνου, δεν προβλέπεται καμιά προστασία έναντι της απόλυσης (καταχρηστικής ή μη από την πλευρά του εργοδότη) κατά τη διάρκεια ή κατά τη χρονική στιγμή ολοκλήρωσης της δοκιμαστικής περιόδου.
Ήδη ο μεγάλος αριθμός αντεργατικών νόμων και η σταδιακή κατάργηση εργασιακών δικαιωμάτων, καθιστούν ιδιαίτερα δύσκολη την απόδειξη καταχρηστικότητας μιας απόλυσης. Με την εν λόγω ρύθμιση, δε δίνεται καν η δυνατότητα να επικαλεστεί ο εργαζόμενος την καταχρηστικότητα αυτή, όταν μια κατ ́ ουσίαν καταχρηστική απόλυση λάβει χώρα κατά τη χρονική στιγμή της ολοκλήρωσης της δοκιμαστικής περιόδου όπου ο εργοδότης αποφαίνεται για το αν η δοκιμαστική περίοδος είναι επιτυχής ή ανεπιτυχής. Πρακτικά λοιπόν η κρίση του
εργοδότη δεν μπορεί να ελεγχθεί ούτε από τα δικαστήρια!
Επιπλέον, η απαγόρευση επανάληψης της δοκιμαστικής περιόδου (παρ. 4 του άρθρου 4) αφορά μόνο τις συμβάσεις υπό δοκιμή ορισμένου χρόνου και όχι αυτές που είναι αορίστου χρόνου. Δηλαδή ο εργοδότης θα μπορεί να “δοκιμάζει” κατ’ επανάληψη τον ίδιο εργαζόμενο συνάπτοντας διαδοχικές συμβάσεις υπό δοκιμή αορίστου χρόνου. Τόσο μεγάλη “προστασία” απολαμβάνει ο εργαζόμενος…
Η δοκιμαστική περίοδος είναι στην πραγματικότητα ο «δούρειος ίππος» για την κατάργηση της προστασίας από απόλυση ειδικών κατηγοριών εργαζομένων όπως των εγκύων και τεκνουσών γυναικών, των πατέρων νεογεννηθέντων τέκνων, των συνδικαλιστών, των στρατευμένων και γενικά των προσώπων που εμπίπτουν στις προστατευτικές διατάξεις της παρ.1 του άρθρου 339 του π.δ. 80/2022.
Πώς διασφαλίζεται εγκυμονούσα εργαζόμενη, της οποίας η δοκιμαστική περίοδος προφανέστατα θα κριθεί «ανεπιτυχής»; Με τις ισχύουσες μέχρι σήμερα προστατευτικές διατάξεις, εργαζόμενη με σύμβαση εργασίας αορίστου χρόνου απαγορευόταν να απολυθεί από τη στιγμή που έμενε έγκυος και για διάστημα 18 μηνών μετά τον τοκετό, ενώ εγκυμονούσα εργαζόμενη με σύμβαση ορισμένου χρόνου προστατευόταν μέχρι τη λήξη της σύμβασης ορισμένου χρόνου έναντι της απόλυσης (όπως και κάθε εργαζόμενος υπό καθεστώς σύμβασης ορισμένου χρόνου).
Με βάση τις προβλέψεις του άρθρου 4 του νομοσχεδίου, εγκυμονούσα με σύμβαση εργασίας αορίστου χρόνου που συμπληρώνει 6 μήνες1 εργασίας υπό δοκιμαστική περίοδο (οπότε και παύει η προστασία της που προβλέπει η παράγραφος 6 του άρθρου 4), αν κριθεί ως «ανεπιτυχής» η δοκιμαστική της περίοδος απολύεται. Αντίστοιχα, εγκυμονούσα με σύμβαση εργασίας ορισμένου χρόνου διάρκειας 12 μηνών για την οποία η δοκιμαστική περίοδο είναι 3 μήνες (το ¼ του χρόνου διάρκειας της σύμβασης με βάση την παράγραφο 4 του άρθρου 4), αν με την ολοκλήρωση της δοκιμαστικής περιόδου αυτή κριθεί ως «ανεπιτυχής» απολύεται χωρίς κανέναν περιορισμό. Κατ ́ αντιστοιχία, ποιος διασφαλίζει ότι κατά τη διάρκεια αλλά και με τη λήξη του 6μήνου δε θα απολυθεί ουσιαστικά καταχρηστικά, όταν θα «κριθεί ανεπιτυχής» τυπικά, εργαζόμενος ο οποίος έχει αναπτύξει συνδικαλιστική δράση;
Σε τι εξυπηρετεί οποιονδήποτε εργαζόμενο η 1 Αυτό μπορεί να συμβεί και νωρίτερα καθώς η δοκιμαστική περίοδος μπορεί να οριστεί έως 6 μήνες. δυνατότητα αυτοδίκαιης λύσης σύμβασης μετά το πέρας 6μήνου, ιδιαίτερα σε περιπτώσεις που εκ των πραγμάτων προσλαμβάνεται για ορισμένο χρόνο και δη 6μηνο (π.χ. σεζόν), χωρίς καν την υποτυπώδη προστασία του νομικού πλαισίου περί συμβάσεων εργασίας ορισμένου χρόνου;
Συνεπώς η διάταξη της παρ.6 του άρθρου 4 του νομοσχεδίου2 είναι στην ουσία «κενό γράμμα» καθώς προστατεύει τις παραπάνω κατηγορίες εργαζομένων μόνο κατά τη διάρκεια της δοκιμαστικής περιόδου και όχι κατά τη λήξη της όπου ο εργοδότης αποφασίζει μονομερώς αν η δοκιμαστική περίοδος ήταν επιτυχής ή όχι και στη δεύτερη περίπτωση η σύμβαση υπό δοκιμή λύεται αυτοδικαίως!
Επιπλέον, σύμφωνα με την παρ. 5 του άρθρου 4 «Αν η σχέση εργασίας ανασταλεί για οποιονδήποτε λόγο κατά τη διάρκεια της δοκιμαστικής περιόδου, παρατείνεται αναλόγως η διάρκειά της.» Το υπουργείο πρέπει να μας ξεκαθαρίσει τι ακριβώς εννοεί με τον όρο αναστολή. Για παράδειγμα η άδεια μητρότητας, η γονική άδεια, η ασθένεια θα λογίζονται ως αναστολή της εργασιακής σχέσης για τη δοκιμαστική περίοδο; Γιατί αν ισχύει κάτι τέτοιο τότε, σε ορισμένες περιπτώσεις, μπορούμε να φτάσουμε σε δοκιμαστική περίοδο που θα υπερβαίνει ακόμα και τον ένα χρόνο που ισχύει σήμερα! Δηλαδή θα απολύεται ένας/μία εργαζόμενος/η μετά από 15 μήνες χωρίς καμία αποζημίωση!
Η Αγωνιστική Συσπείρωση καλεί όλους τους εργαζόμενους της Επιθεώρησης Εργασίας, του υπουργείου Εργασίας, κάθε νομικό που εξειδικεύεται στο εργατικό δίκαιο, κάθε επιστήμονα που ασχολείται με το πεδίο των εργασιακών σχέσεων να πρωτοστατήσουν στην αποκάλυψη του αντεργατικού περιεχομένου των διατάξεων του νομοσχεδίου – Γεωργιάδη. Να συμβάλουν με την επιστημονική και επαγγελματική τους ειδίκευση ώστε γίνουν κατανοητές από όλους τους εργαζόμενους οι συνέπειες που θα έχουν στην καθημερινότητά τους αν αυτό το κατάπτυστο νομοσχέδιο γίνει νόμος του κράτους.
Ενώνουμε τη φωνή μας με όλους τους εργαζόμενους του ιδιωτικού και δημόσιου τομέα για να μπουν οι δικές μας ανάγκες στο προσκήνιο. Παίρνουμε θέση μάχης ενάντια σε μια πολιτική που βουλιάζει τις ζωές μας στη λάσπη για να αυξάνουν τα κέρδη των λίγων.
«Σε κάθε περίπτωση και κατά τη διάρκεια της δοκιμαστικής περιόδου, εφαρμόζονται όλες οι προστατευτικές για τον εργαζόμενο διατάξεις που συνδέονται με τη σύμβαση ή σχέση εξαρτημένης εργασίας του, όπως αυτές αποτυπώνονται ιδίως στα άρθρα 162 έως 179 και στην παρ. 1 του άρθρου 339.»